ΘΡΑΣΥΒΟΥΛΟΣ ΣΤΑΝΙΤΣΑΣ

img13

Ἄρχων Πρωτοψάλτης τῆς Μ.Χ.Ε.
(1910-1987)

Ὁ Θρασύβουλος Στανίτσας γεννήθηκε στὰ Ὑψωμαθειά, προάστιο τῆς Κων/πολης τὸ 1910. Ὑπῆρξε ὀρφανὸς πατρὸς καὶ ἡ ἰδιαίτερη ἀγάπη τῆς μητέρας του τὸν ὤθησε στὰ πρῶτα μαθήματα Βυζαντινῆς Μουσικῆς στὸν θεῖο του Δημήτριο Θεραπειανὸ σὲ ἡλικία 10 ἐτῶν.
Ἀπὸ πολὺ μικρὴ ἡλικία φάνηκε ἡ ὀξεία μουσική του ἀντίληψη καὶ ἡ ἔφεσή του στὰ μουσικὰ γράμματα. Ἤδη μικρὸς ἄρχισε νὰ λέει τὰ πρῶτα δύσκολα μαθήματα ἀκόμα καὶ ἀμανέδες Τουρικοὺς ποὺ μέχρι τέλος τῆς ζωῆς του ἀρεσκόταν νὰ ψάλλει.
Κατόπιν μαθήτευσε στοὺς Δημήτριο Βουτσινᾶ, Γιάγκο Βασιλειάδη, στὸν μεγάλο διδάσκαλο τῆς Βυζαντινῆς μουσικῆς Μιχαὴλ Χατζηαθανασίου στὸν ὁποῖο ὡς λέγεται τελειοποιήθηκε μουσικὰ καὶ τέλος στὸν Ἰωάννη Παλάση τοῦ ὁποίου ὑπῆρξε καὶ Λαμπαδάριος.
Ἔψαλε σὲ πολλὲς ἐκκλησίες τῆς Πόλης: Λαμπαδάριος τοῦ Ἱ. Ναοῦ Ἁγ. Μηνᾶ Ὑψωμαθείων, Πρωτοψάλτης στοὺς Ἱ. Ναοὺς Θείας Ἀναλήψεως καὶ Ἁγίων Κων/νου καὶ Ἑλένης Ὑψωμαθείων μέχρι τὸ 1929 ὁπότε διορίστηκε Β΄ Δομέστικος τοῦ Ἱ Ναοῦ Ἁγ. Νικολάου Γαλατᾶ μέχρι τὸ 1930. Κατόπιν διετέλεσε Α΄ Δομέστικος μέχρι τὸ 1936 καὶ μετὰ Λαμπαδάριος τοῦ ἰδίου Ναοῦ μέχρι τὸ 1939 ἔχοντας ἀπέναντί του τὸν περίφημο Ἰωάν. Παλάση.
Λόγῳ τὴς ἰδιαίτερης φήμης του ἡ ὁποία εἶχε ἤδη ἁπλωθεῖ σὲ ὁλόκληρη τῆν Πόλη κλήθηκε «ἔξωθεν» καὶ κατὰ παράβαση τοῦ Πατριαρχικοῦ Τυπικοῦ γιὰ νὰ καλύψει τὴν θέση τοῦ Ἄρχοντος Λαμπαδαρίου ἀπέναντι στὸν Κων/νο Πρίγγο.
Ὁ Θρασύβουλος Στανίτσας ὅπως ὁ ἴδιος συχνὰ ἔλεγε δυσκολεύτηκε νὰ προσαρμοστεῖ στὸ Πατριαρχικὸ ὕφος ἀφοῦ εἶχε διαμορφώσει ἄλλη μουσικὴ παιδεία. Συμπαραστάτες καὶ βοηθοὺς σ' αὐτή του τὴν προσαρμογὴ εἶχε τὸν φίλο του Δημήτριο Μαγούρη ὁ ὁποῖος διετέλεσε γιὰ μικρὸ διάστημα (10 μῆνες) Β΄ Δομέστικος, τὸν Ἀναστάσιο Μιχαηλίδη τὸν ἐκ τοῦ ἐπαγγέλματός του ἐπωνομαζόμενο «σόμπατζη» ἀπὸ τὸν ὁποῖο πολλὰ ὠφελήθηκε καὶ βέβαια τὸν Κων/νο Πρίγγο τὸν ὁποῖο θεωροῦσε δάσκαλό του ἀφοῦ ἔκανε ἀπέναντί του 20 ἔτη.
Ὁ Θρασύβουλος Στανίτσας εἶχε ἐξαίρετη μουσικὴ ἀντίληψη, πρᾶγμα ποὺ πολὺ τὸν βοήθησε ἀλλὰ εἶχε καὶ μία ἐκπληκτικὰ εὔστροφη φωνὴ ποὺ τὸν ἀνέδειξε πολύ. Λυρικὸς τενόρος μὲ ἰδιαίτερα ὕψη καὶ βάθη – περίπου τρεῖς ὀκτάδες – μὲ τέλειο πάτημα διαστημάτων, ἐκπληκτικὴ ἀπόδοση στὰ καλλωπιστικὰ σημεῖα καὶ μοναδικὸ καὶ ἀπαράμιλλο χρόνο στὸ ψάλσιμό του γρήγορα ἀναδείχθηκε ὡς μοναδικὸς ἑρμηνευτὴς καὶ ἄξιος συνεχιστὴς τῶν προκατόχων του.
Κατὰ γενικὴ ὁμολογία παλαιοτέρων καὶ συγχρόνων του ἡ ἐποχὴ Πρίγγου –Στανίτσα στὸ Πατριαρχεῖο ἦταν τὰ παραδείσεια χρόνια τῶν Πατριαρχικῶν ἀναλογίων διότι εἶχαν τὴν ἴδια χροιὰ καὶ ποιότητα φωνῆς, τὶς ἴδιες περίπου κλίμακες ὡς ἐκ τούτου, τὸ καλλιτεχνικὸ δέσιμό τους ἦταν μοναδικό.
Ὁ Στανίτσας ὡς Λαμπαδάριος διακρίθηκε μεταξὺ ἄλλων ἰδιαίτερα γιὰ τὶς ἑρμηνεῖες του στὸ «Σὲ ὑμνοῦμεν...», τὰ Κοινωνικὰ καὶ τὸ Δοξαστικὸ τῆς Κασσιανῆς τὸ ὁποῖο ἐκαλεῖτο νὰ τὸ ψάλλει καὶ μετὰ τὴν Ἀκολουθία στὸ Πατριαρχεῖο ἀκόμα καὶ δύο καὶ τρεῖς φορές, σὲ ἄλλους ναούς!
Ἐπειδὴ δὲν εἶχε πτυχίο, δὲν μποροῦσε παρὰ τὴν ἐπιθυμία του νὰ διδάξει στὴν Χάλκη καὶ μόνο κατ' ἰδίαν εἶχε κάποιους μαθητὲς ἤτοι τούς: Χρῆστο Δήμου, π. Γεώργιο Τσέτση, π. Ἰωάννη Καμαλακίδη καὶ τὸν Βασ. Ἐμμανουηλίδη.
Τὸ 1960 καὶ ἀφοῦ πρηγήθηκε ἡ παραίτηση τοῦ Κων/νου Πρίγγου, προήχθη σὲ Ἄρχοντα Πρωτοψάλτη σὲ ἡλικία 50 ἐτῶν. Ἡ χειροθεσία του ἔγινε τὴν Γ΄ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν τοῦ 1961.
Δυστυχῶς, ἡ λαμπρὴ πορεία του εἶχε ἄδοξο τέλος ἀφοῦ μετὰ ἀπὸ πολλὲς περιπέτειες ἀπελάθηκε στὶς γνωστὲς Τουρκικὲς ἀπελάσεις στὶς 6/4/1964 καὶ ἀφοῦ προηγουμένως γιὰ ἕνα μεσοδιάστημα -ἄγνωστος ὁ ἀκριβὴς χρόνος- τοῦ ἀπαγορεύθηκε νὰ ψάλλει τόσο στὸν Πατριαρχικὸ Ναὸ ὅσο καὶ σὲ ἄλλους ναοὺς τῆς Πόλης.
Ἔρχεται ἔτσι στὴν Ἀθήνα ὅπου ἀφοῦ φιλοξενήθηκε ἀπὸ τὸν Γεώργιο Βιγκάκη στὸ ξενοδοχεῖο τοῦ τελευταίου καὶ ἀφοῦ δὲν ἄνοιξε καμμία πόρτα, φεύγει γιὰ τὴν Χίο στὴν ὁποία διαμένει κάτι λιγώτερο ἀπὸ ἕνα χρόνο, ψάλλοντας στὰ διάφορα πανηγύρια καὶ ἀφήνοντας ἐποχή.
Κατόπιν ἀναχωρεῖ γιὰ τὴν Βηρυττὸ ὅπου μένει γιὰ δύο μῆνες κοντὰ στὸν Γεωρ. Καρακάση καὶ ἔρχεται στὴν Ἀθήνα ὅπου διορίζεται πλέον μόνιμα Πρωτοψάλτης στὶς 1/1/1966 στὸν Ἱ. Ναὸ Ἁγ. Δημητρίου Ἀμπελοκήπων στὴν χηρεύουσα θέση καὶ μέχρι τὸ 1981 ὁπότε καὶ παραιτήθηκε ἔγραψε ἱστορία.
Πλῆθος κόσμου γέμιζε ἀσφυκτικὰ τὸν Ναὸ γιὰ νὰ τὸν ἀκούσει, πλῆθος ἐπίσης μηχανημάτων ἀπὸ φιλόμουσους πιστοὺς κατέγραψε αὐτὲς τὶς ἡμέρες. Ὁ Θρασύβουλος Στανίτσας τάραξε καὶ ἄλλαξε τὰ μουσικὰ δρώμενα τῆς Σακελλαριδοχτυπημένης Ἀθήνας τῆς ἐποχῆς. Μὲ τὸ μοναδικὸ φωνητικὸ καὶ τεχνικό του τάλαντο κατάφερε σὲ 15 χρόνια νὰ καταστεῖ σημεῖο ἀναφορᾶς.
Ἔψαλλε καλεσμένος καὶ σὲ πολλὲς πόλεις τῆς Ἑλλάδας. Μεγάλοι ἐπίσης δάσκαλοι καὶ πρωτοψάλτες τὸν τίμησαν παραχωρώντας του τὴν θέση τους στὸ δεξιὸ ἀναλόγιο. Οὐσιαστικὰ ἵδρυσε καὶ διηύθυνε τὴν χορωδία τοῦ Συλλόγου Νέου Κύκλου τῶν Κωνσταντινουπολιτῶν μὲ τὴν ὁποία ἔδωσε 7 μοναδικὲς ἐμφανίσεις στὶς ὁποῖες ἡ χορωδία ἄφησε ἐποχὴ ἔπειτα ἀπὸ ἐξαντλητικὲς πρόβες ποὺ κάποιες φορὲς κράτησαν καὶ ἑνάμιση χρόνο.
Βραβεύθηκε ἀπὸ πολλοὺς συλλόγους καὶ φορεῖς μὲ κορυφαῖο γεγονὸς αὐτὸ τῆς βράβευσής του ἀπὸ τὴν Ἀκαδημία Ἀθηνῶν τὸ 1983 σὲ εἰδικὴ τελετὴ ὡς ἀναγνώριση τῆς μεγάλης ἀξίας καὶ προσφορᾶς του.
Τὴν Τρίτη 18 Αὐγούστου 1987 κατέληξε χάνοντας τὴν μάχη μὲ τὴν ἐπάρατη νόσο. Ἡ κηδεία του ἔγινε στὶς 25/8/1987 στὸν ἱ. Ναὸ Ἁγ. Δημητρίου Ἀμπελοκήπων, τὴν ὁποία παρὰ τὸν καύσωνα, παρακολούθησε πλῆθος κόσμου.
Δεξιὰ ἔψαλε ὁ Ἀθαν. Καραμάνης καὶ ἀριστερὰ πλῆθος θαυμαστῶν του ὑπὸ τὸν Εὐάγ. Μένεγα. Πολλοὶ ὀνομαστοὶ πρωτοψάλτες βρέθηκαν ἁπλοὶ ἀκροατὲς ἀνάμεσα στὸν κόσμο, ἐνῶ τὸ πένθος ἔφερε κατὰ τὸ τυπικὸ στὸ κεφάλι του ὁ νῦν Ἄρχων Πρωτοψάλτης τῆς Μ.Χ.Ε. Λεωνίδας Ἀστέρης. Ἡ ταφὴ του ἔγινε στὸ νεκροταφεῖο Ζωγράφου.
Ὁ Θρασύβουλος Στανίτσας δὲν ἦταν μόνο χαρισματικὸς ἐκτελεστὴς τῆς Δαμασκηνείου τέχνης. Ὑπῆρξε ὁ τελευταῖος τῶν μεγάλων ποὺ ἔμαθαν τὴν μουσικὴ μὲ κόπους, δυσκολίες ἀλλὰ καὶ ἀγάπη καὶ μὲ τὴν ἰδιαίτερη χαρὰ νὰ τὴν διδαχθοῦν ἀπὸ τοὺς κορυφαίους τῆς ψαλτικῆς τέχνης, προαγόμενοι σκαλὶ-σκαλὶ τὶς βαθμίδες τῆς ἐξέλιξης ὡς ἐκ τούτου, ἡ ἀπώλειά του ἄφησε δυσαναπλήρωτο κενό.